ΕΘΝΟΣ ΚΑΙ ΛΑΟΣ
Η Ιστορία μπορεί ν’ αντιμετωπισθεί και να επιβεβαιωθεί ή να διαψευσθεί από πολλές οπτικές γωνίες. Όμως ο Βαρόνος de Montesquieu (1689–1755) με το μνημειώδες έργο του «Το Πνεύμα των Νόμων», άνοιξε το δρόμο στους νέους Ιστορικούς του Διαφωτισμού, που διεύρυναν τις μελέτες τους στις νομικές, γεωγραφικές, πολιτιστικές, οικονομικές, πολιτικές και φιλοσοφικές διαστάσεις των γεγονότων. Αυτό έφερε και μία ελαφριά απομάκρυνση από τις «προσωπικές μαρτυρίες», που θα κάλυπταν πλέον οι Περιηγητές με τα ταξιδιωτικά τους ημερολόγια.
Στον 20ό αιώνα επεκράτησε η σχολή των «Μεγάλων Ανδρών» στα επίσημα Ιστορικά συγγράμματα, που αφορούν τους πολέμους, τη διπλωματία, την επιστήμη, την πολιτική, και λίγο από δίπλα τον πολιτισμό. Αυτές οι ιστορίες, εκτός από το ότι απομονώνουν και αποδίδουν τα μεγάλα Ιστορικά γεγονότα στην προσωπικότητα ενός μόνον ανδρός, έχουν κι ένα άλλο κοινό χαρακτηριστικό: Δεν ασχολούνται μ’ αυτόν καθαυτόν τον λαό παρά ως μια «μαζική» δυναμική που άγεται και φέρεται αναλόγως, κάτω από τις πολιτικές και ιστορικές πιέσεις και αλληλεπιδράσεις.
Δεν είναι βέβαια ο «λαός» που φέρει την δύναμη της κίνησης της Ιστορίας, αλλά είναι το ενεργειακό καύσιμο στις μυλόπετρες της Ιστορίας. Γι’ αυτό και μεγάλα γεγονότα και δράσεις που προέρχονται από ή επιδρούν στο μεγαλύτερο φάσμα του λαού, παραλείπονται, αποκρύπτονται ή αποβάλλονται από την επίσημη Ιστορία. Κανείς «επίσημος» Ιστορικός δε μας είπε (με την έμφαση που του άξιζε) πως οι ζητιάνοι του Ψυρρή το 1834 που τους είπαν κουτσαβάκηδες, ήσαν οι ίδιοι οι Αρματολοί και Κλέφτες που έκαναν την Επανάσταση του 21.
Οι Ιστορίες των Εθνών-Κρατών γράφονται ακριβώς για να ενισχύσουν τις κοινές αναμνήσεις, την αδιαίρετη κοινή κληρονομιά την οποία ο κάθε ένας πρέπει να υπερασπίσει με την ίδια του την ζωή. Οι Ιστορίες αυτές γράφονται για να εμπνεύσουν ηρωισμούς και αυτοθυσίες, όπως κάποτε η Μυθολογία εξιστορούσε το ημιθεϊκό και ηρωικό κοινό παρελθόν του κάθε λαού. Δεν είναι τυχαίο που η μυθολογία χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον στη παιδεία και τον πολιτισμό των Εθνών-Κρατών του Διαφωτισμού. Ο Βάγκνερ και η συνεισφορά του στην ημιθεϊκή και ηρωική εθνική συνείδηση του Γερμανικού Έθνους μέσω της μυθολογίας και της μουσικής, είναι ένα πρώτο τρανό παράδειγμα.
Τι γίνεται όμως με την αντιηρωική ανθρωποκεντρική Ιστορία; Αυτή η «περιθωριακή» κατά κάποιο τρόπο παράλληλη Ιστορία, γραμμένη από μικρούς ανώνυμους ή επώνυμους ανθρώπους που κατέγραψαν τις μνήμες τους, τι φέρνει και τι συμπληρώνει; Πρώτ’ απ’ όλα μιαν άλλη οπτική. Την οπτική του απλού ανθρώπου, που δεν κατέχει καμιά θέση εξουσίας, που δεν περνάει από το χέρι του η έκβαση των γεγονότων αλλά είναι στην ουσία το θύμα τους, το «καύσιμο» όπως λέγαμε της Ιστορίας, που διηγείται τη «δική του» προσωπική Ιστορία, από τη δική του προσωπική οπτική, με τα δικά του βιώματα. Και μάλιστα μέσα απ’ τη φωτιά.
Η ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΚΥΡΑΓΓΕΛΑ ΙΣΤΟΡΙΑ
Δε γίνεται να μιμηθώ τα κελαϊδίσματα των πουλιών, τα νιαουρίσματα των γατιών, τα γκαρίσματα των γαϊδάρων ή τη σάλπιγγα που άκουσαν ξημερώματα από μακριά όπως έρχονταν οι πρόσφυγες από τη Σμύρνη.
Την τραγωδία που ζούσαν όσο το καράβι απομακρυνόταν. Δεν απομακρυνότανε... Σαν τον νεκρό που τον αφήνεις άθαφτο 24 ώρες και τριγυρνάει η ψυχή του γύρω γύρω από το σπίτι. Σαν την κατάρα που αλυσοδένεται πάνω σου σφιχτά και κατρακυλάς μαζί της στον γκρεμό... στο χαμό, στην κόλαση. Σαν τον βρικόλακα που τριγυρνά αιωνίως εκεί που χύθηκε το αίμα του. Σαν την μάνα που δεν ξεκολλάει από εκεί που της θάψανε το μωρό. Σαν τον πάσσαλο που κάρφωσες στην καρδιά και έδεσες σφιχτά πάνω του της Σμύρνης το χαμό. Για να πονάς. Να μην ξεχνάς. Είναι αμαρτία να ξεχνάς το χαμό και τη σφαγή της Σμύρνης.
Κι όλο χτυπούσε στα βράχια, τριγυρνούσε στην κακιά μοίρα και αγκομαχούσε φορτωμένο απελπισία το καράβι. Και σερνόταν στην κοσμοχαλασιά. Δεν έπλεε σε θάλασσα. Είχε στερέψει το Αιγαίο εκείνο το βράδυ για να περάσει ο καημός κι η προσφυγιά.
'Οπως υψώνεις τη σημαία και στέκεσαι ακούνητος σαν πέτρα κι ακούς μόνο την καρδιά σου να χτυπά. 'Ασ'τα. Τι να σου λέω;
Από τα μάτια μας έπεφτε κομμάτια κομμάτια η πίκρα... μπουνάρι το δάκρυ το καυτερό
Αγγέλα Παπάζογλου
«Τα χαϊρια μας εδώ»
Πώς να χαρακτηρισθεί η χρηματοδοτημένη από το Κράτος «Ιστορία» της κας Ρεπούση; Όταν η δική της (μη βιωμένη φυσικά) «άποψη» για το ίδιο περιστατικό περιορίζεται στη φράση «οι πρόσφυγες συνωστίζονταν στην προκυμαία»; Μήπως πρόκειται για την αναισθησία της ίδιας της Ιστορίας, ή είναι απλώς αναίσθητη η αντιμετώπισή της από τη συγγραφέα;
Στην ποίηση, η προσωπική οπτική λέγεται λυρισμός. Η λυρική ποίηση, γράφεται σε πρώτο πρόσωπο. Το «αίσθημα των πραγμάτων» που δε μπορεί να περιγράψει καμιά επίσημη Ιστορία, όχι αυτό που προπαγανδίζεται από τα πάνω αλλά αυτό που βγαίνει αυθόρμητα από τη βάση, αυτό το αίσθημα που εξελίσσεται σε ομοψυχία, εκφράζεται με λυρικό τρόπο, δηλαδή με την ποίηση και το τραγούδι (του λαού). Αλλά και στις περιπτώσεις του έπους (σε τρίτο πρόσωπο), ακόμα και οι «μεγάλοι άντρες», αναδεικνύονται μέσα απ’ αυτό το λαϊκό τραγούδι συνήθως μέσα σ’ ένα θρυλικό πλαίσιο, με το αίσθημα που ο λαός επιφυλάσσει σ’ αυτούς.
Κώστας Φέρρης - Θέσια Παναγιώτου
Η ΑΠΟΚΡΥΦΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου