Συνολικές προβολές σελίδας

Σάββατο 26 Φεβρουαρίου 2011

Η ΑΠΟΚΡΥΦΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ 3

ΕΘΝΟΣ ΚΑΙ ΛΑΟΣ


Η Ιστορία μπορεί ν’ αντιμετωπισθεί και να επιβεβαιωθεί ή να διαψευσθεί από πολλές οπτικές γωνίες. Όμως ο Βαρόνος de Montesquieu (1689–1755) με το μνημειώδες έργο του «Το Πνεύμα των Νόμων», άνοιξε το δρόμο στους νέους Ιστορικούς του Διαφωτισμού, που διεύρυναν τις μελέτες τους στις νομικές, γεωγραφικές, πολιτιστικές, οικονομικές, πολιτικές και φιλοσοφικές διαστάσεις των γεγονότων. Αυτό έφερε και μία ελαφριά απομάκρυνση από τις «προσωπικές μαρτυρίες», που θα κάλυπταν πλέον οι Περιηγητές με τα ταξιδιωτικά τους ημερολόγια.

Στον 20ό αιώνα επεκράτησε η σχολή των «Μεγάλων Ανδρών» στα επίσημα Ιστορικά συγγράμματα, που αφορούν τους πολέμους, τη διπλωματία, την επιστήμη, την πολιτική, και λίγο από δίπλα τον πολιτισμό. Αυτές οι ιστορίες, εκτός από το ότι απομονώνουν και αποδίδουν τα μεγάλα Ιστορικά γεγονότα στην προσωπικότητα ενός μόνον ανδρός, έχουν κι ένα άλλο κοινό χαρακτηριστικό: Δεν ασχολούνται μ’ αυτόν καθαυτόν τον λαό παρά ως μια «μαζική» δυναμική που άγεται και φέρεται αναλόγως, κάτω από τις πολιτικές και ιστορικές πιέσεις και αλληλεπιδράσεις.

Δεν είναι βέβαια ο «λαός» που φέρει την δύναμη της κίνησης της Ιστορίας, αλλά είναι το ενεργειακό καύσιμο στις μυλόπετρες της Ιστορίας. Γι’ αυτό και μεγάλα γεγονότα και δράσεις που προέρχονται από ή επιδρούν στο μεγαλύτερο φάσμα του λαού, παραλείπονται, αποκρύπτονται ή αποβάλλονται από την επίσημη Ιστορία. Κανείς «επίσημος» Ιστορικός δε μας είπε (με την έμφαση που του άξιζε) πως οι ζητιάνοι του Ψυρρή το 1834 που τους είπαν κουτσαβάκηδες, ήσαν οι ίδιοι οι Αρματολοί και Κλέφτες που έκαναν την Επανάσταση του 21.

Οι Ιστορίες των Εθνών-Κρατών γράφονται ακριβώς για να ενισχύσουν τις κοινές αναμνήσεις, την αδιαίρετη κοινή κληρονομιά την οποία ο κάθε ένας πρέπει να υπερασπίσει με την ίδια του την ζωή. Οι Ιστορίες αυτές γράφονται για να εμπνεύσουν ηρωισμούς και αυτοθυσίες, όπως κάποτε η Μυθολογία εξιστορούσε το ημιθεϊκό και ηρωικό κοινό παρελθόν του κάθε λαού. Δεν είναι τυχαίο που η μυθολογία χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον στη παιδεία και τον πολιτισμό των Εθνών-Κρατών του Διαφωτισμού. Ο Βάγκνερ και η συνεισφορά του στην ημιθεϊκή και ηρωική εθνική συνείδηση του Γερμανικού Έθνους μέσω της μυθολογίας και της μουσικής, είναι ένα πρώτο τρανό παράδειγμα.

Τι γίνεται όμως με την αντιηρωική ανθρωποκεντρική Ιστορία; Αυτή η «περιθωριακή» κατά κάποιο τρόπο παράλληλη Ιστορία, γραμμένη από μικρούς ανώνυμους  ή επώνυμους ανθρώπους που κατέγραψαν τις μνήμες τους, τι φέρνει και τι συμπληρώνει; Πρώτ’ απ’ όλα μιαν άλλη οπτική. Την οπτική του απλού ανθρώπου, που δεν κατέχει καμιά θέση εξουσίας, που δεν περνάει από το χέρι του η έκβαση των γεγονότων αλλά είναι στην ουσία το θύμα τους, το «καύσιμο» όπως λέγαμε της Ιστορίας, που διηγείται τη «δική του» προσωπική Ιστορία, από τη δική του προσωπική οπτική, με τα δικά του βιώματα. Και μάλιστα μέσα απ’ τη φωτιά.


Η ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΚΥΡΑΓΓΕΛΑ ΙΣΤΟΡΙΑ

Δε γίνεται να μιμηθώ τα κελαϊδίσματα των πουλιών, τα νιαουρίσματα των γατιών, τα γκαρίσματα των γαϊδάρων ή τη σάλπιγγα που άκουσαν ξημερώματα από μακριά όπως έρχονταν οι πρόσφυγες από τη Σμύρνη.

Την τραγωδία που ζούσαν όσο το καράβι απομακρυνόταν. Δεν απομακρυνότανε... Σαν τον νεκρό που τον αφήνεις άθαφτο 24 ώρες και τριγυρνάει η ψυχή του γύρω γύρω από το σπίτι. Σαν την κατάρα που αλυσοδένεται πάνω σου σφιχτά και κατρακυλάς μαζί της στον γκρεμό... στο χαμό, στην κόλαση. Σαν τον βρικόλακα που τριγυρνά αιωνίως εκεί που χύθηκε το αίμα του. Σαν την μάνα που δεν ξεκολλάει από εκεί που της θάψανε το μωρό. Σαν τον πάσσαλο που κάρφωσες στην καρδιά και έδεσες σφιχτά πάνω του της Σμύρνης το χαμό. Για να πονάς. Να μην ξεχνάς. Είναι αμαρτία να ξεχνάς το χαμό και τη σφαγή της Σμύρνης.

Κι όλο χτυπούσε στα βράχια, τριγυρνούσε στην κακιά μοίρα και αγκομαχούσε φορτωμένο απελπισία το καράβι. Και σερνόταν στην κοσμοχαλασιά. Δεν έπλεε σε θάλασσα. Είχε στερέψει το Αιγαίο εκείνο το βράδυ για να περάσει ο καημός κι η προσφυγιά.

'Οπως υψώνεις τη σημαία και στέκεσαι ακούνητος σαν πέτρα κι ακούς μόνο την καρδιά σου να χτυπά. 'Ασ'τα. Τι να σου λέω;

Από τα μάτια μας έπεφτε κομμάτια κομμάτια η πίκρα... μπουνάρι το δάκρυ το καυτερό

Αγγέλα Παπάζογλου
«Τα χαϊρια μας εδώ»

Πώς να χαρακτηρισθεί η χρηματοδοτημένη από το Κράτος «Ιστορία» της κας Ρεπούση; Όταν η δική της (μη βιωμένη φυσικά) «άποψη» για το ίδιο περιστατικό περιορίζεται στη φράση «οι πρόσφυγες συνωστίζονταν στην προκυμαία»; Μήπως πρόκειται για την αναισθησία της ίδιας της Ιστορίας, ή είναι απλώς αναίσθητη η αντιμετώπισή της από τη συγγραφέα;

Στην ποίηση, η προσωπική οπτική λέγεται λυρισμός. Η λυρική ποίηση, γράφεται σε πρώτο πρόσωπο. Το «αίσθημα των πραγμάτων» που δε μπορεί να περιγράψει καμιά επίσημη Ιστορία, όχι αυτό που προπαγανδίζεται από τα πάνω αλλά αυτό που βγαίνει αυθόρμητα από τη βάση, αυτό το αίσθημα που εξελίσσεται σε ομοψυχία, εκφράζεται με λυρικό τρόπο, δηλαδή με την ποίηση και το τραγούδι (του λαού). Αλλά και στις περιπτώσεις του έπους (σε τρίτο πρόσωπο), ακόμα και οι «μεγάλοι άντρες», αναδεικνύονται μέσα απ’ αυτό το λαϊκό τραγούδι συνήθως μέσα σ’ ένα θρυλικό πλαίσιο, με το αίσθημα που ο λαός επιφυλάσσει σ’ αυτούς.

 Κώστας Φέρρης - Θέσια Παναγιώτου
Η ΑΠΟΚΡΥΦΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ

Πέμπτη 24 Φεβρουαρίου 2011

Η ΑΠΟΚΡΥΦΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ 2

ΕΘΝΟΣ ΚΑΙ ΑΙΣΘΗΜΑ


Η τοποθέτηση του Renan, διευρύνει τον κύκλο αυτών που ανήκουν σε μιαν «εθνική» κοινότητα, αλλά αναδεικνύει έναν άλλο ουσιαστικό παράγοντα, που δε θεωρείται σίγουρο και αντικειμενικό «επιστημονικό εργαλείο», αλλά αποτελεί –είτε το θέλομε είτε όχι- τη βασική κινητήρια δύναμη των μεγάλων Ιστορικών στιγμών της ανθρωπότητας. Μιλάμε για το «αίσθημα των πραγμάτων», το «ηθικό» νήμα (μ’ όλες τις έννοιες του όρου, ακόμα και στη μουσική), που συνδέει τους ανθρώπους. Και δε μιλάμε εδώ για τον όρο «κοινή γνώμη», γιατί ο τρόπος με τον οποίο αυτή εκφράζεται, είναι διαχωριστικός και σφαλερός. Μιλάμε για το αυθόρμητο και ευρύτατο «λαϊκό αίσθημα», που εκδηλώνεται με τη λεγόμενη «εθνική ομοψυχία» (συνήθως στις δύσκολες στιγμές).

Πως όμως να προσμετρήσεις ένα λανθάνον «αίσθημα», που δεν αποπτελεί «αντικειμενικό τεκμήριο» για την επιστημονική έρευνα, αλλά ξεπερνάει τις επί μέρους διαφορές ενός λαού; Μπορεί να μην έχομε τεκμήρια, έχουμε όμως (κατά τον Ρενάν) αντικειμενικά κριτήρια.

Ο Ρενάν μας δίνει την «πρώτη ύλη», το μέτρο και το όριο αυτής της ηθικής συνείδησης που τη λέμε Έθνος: Η πρώτη και αδιαίρετη ουσία της εθνικής συνείδησης είναι ο άϋλος κόσμος των κοινών αναμνήσεων, η κοινή κληρονομιά, ενίοτε οι κοινοί αγώνες. Το μέτρο είναι η αέναη δημιουργική θέληση για μεγάλα πράγματα, και το όριο είναι η εγκατάλειψη του ατομικισμού εις όφελος του συνόλου. Μάλιστα λέει πως μόνο έτσι νομιμοποιείται, άρα έχει δικαίωμα ύπαρξης το Έθνος, ως Έθνος.

Ας δοκιμάσομε  ν’ αναζητήσουμε τέτοια συστατικά, ιδεολογικά και ψυχολογικά στο Ελληνικό Έθνος, που είναι δημιουργία του ελληνικού Διαφωτισμού και της Ελληνικής Επανάστασης. Μπορούμε να ισχυριστούμε με βεβαιότητα ότι η Ελλάδα είχε εκφρασμένη και συμπαγή εθνική συνείδηση κατά την εκρηκτική χρονική στιγμή της Επανάστασης του 1821; Μπορεί να υπάρχουν πολλές ερμηνείες για την επανάσταση και τους επαναστατημένους ως προς τον βαθμό της συνείδησης απέναντι στο «κοινό καλό». Μπορεί να υπάρχουν  ακόμα και πολλές αμφισβητήσεις ως προς την πρόσληψη της κοινής εθνικής συνείδησης από τους επαναστατημένους.

Όμως έκπληξη προκαλεί η πολιτική, ιστορική και κοινωνική ωριμότητα, στην πρώτη -κατά κυριολεξία πρώτη- άρθρωση των θέσεων  στα πρώτα Συντάγματα της Επανάστασης, και ακόμη μεγαλύτερη έκπληξη και συγκίνηση προκαλεί το γεγονός ότι το ζητούμενο του ελληνικού Απελευθερωτικού αγώνα ήταν αυτή η «ευτυχία των ανθρώπων» και η σύσταση μιας «μονίμου και πεφωτισμένης κυβερνήσεως», κι’ όλα αυτά γραπτά διατυπωμένα στην διακήρυξη της Β΄ Εθνοσυνέλευσης, στις 18 Απριλίου του 1823.
                    
Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΔΙΟΤΥΠΙΑ

Όσο προχωρούσε ο 18ος αιώνας, οι λόγιοι του Νεοελληνικού Διαφωτισμού συνέδεαν το «Γένος» (σ.σ. διαμορφωμένη συλλογική ταυτότητα από τους βυζαντινούς χρόνους με αναφορά στην γλώσσα και την θρησκεία) με τις ιδεατές ιστορικές και πνευματικές του καταβολές στην Αρχαιότητα και διέδιδαν αυτό το ιδεολογικό σχήμα σ’ ένα συνεχώς ευρύτερο στρώμα αναγνωστών και ακροατών που ήταν έτοιμοι να τους διαβάσουν και να τους ακούσουν. Στα τέλη του αιώνα, στο εσωτερικό των ελληνορθοδόξων κοινωνιών, υπήρχε πλέον μια μορφωμένη και εύπορη μειονότητα που είχε διαμορφώσει την συλλογική της ταυτότητα με εθνικούς όρους και προσέβλεπε σ’ ένα εθνικό κράτος –και μάλιστα με σαφήνεια και με πολιτική βούληση.

Αυτή λοιπόν, είναι μια πρώτη διαφορά από άλλους ευρωπαϊκούς εθνικισμούς: ο ελληνικός εθνικισμός έχει ιστορικό βάθος. Προέρχεται από την συνείδηση του ανήκειν στο Γένος. Η μετάλλαξη της συνείδησης αυτής οδήγησε στον αναδυόμενο εθνικισμό του 18ου αιώνα, στην νεωτερική συνείδηση του «ανήκειν στο Έθνος». Και αυτή με την σειρά της καθοδήγησε το επαναστατικό αίτημα για ανεξάρτητο Εθνικό Κράτος. Δεν είναι τυχαίο ότι ο νεωτερικός αυτός εθνικισμός εμφανίζεται στις ελληνικές κοινωνίες και επικρατεί νωρίτερα απ’ ό,τι σε άλλες περιοχές της Ευρώπης –Ιταλία, Βουλγαρία, Ρουμανία, Κροατία, Σλοβενία, Βοημία, Σλοβακία.

Υπάρχει και μια δεύτερη διαφορά. Ο ελληνικός εθνικισμός εκδηλώθηκε με τη σαφήνεια της πολιτικής πράξης, οδήγησε σε μιαν επανάσταση πιστοποιητική και ιδρυτική. Η Επανάσταση του 1821 πιστοποίησε την αρχέγονη συνείδηση του Γένους που έγινε Έθνος, και ίδρυσε κράτος.


Υπάρχει, τέλος, μια ακόμα διαφορά από άλλους ευρωπαϊκούς εθνικισμούς, μια ακόμη ιδιοτυπία του ελληνικού εθνικισμού: τα ψυχικά θεμέλια του. Την σύσταση τους δεν μπορώ ούτε να την περιγράψω με ακρίβεια ούτε ακόμη λιγότερο να την αποδείξω – μπορώ μονάχα να σχεδιάσω το περίγραμμά τους.

Μου φαίνεται ότι τα «ψυχικά» θεμέλια μας συλλογικής ταυτότητας είναι τα κοινά βιώματα και οι κοινές πεποιθήσεις των μελών μιας κοινωνίας. Είναι ακόμη ο τρόπος που το κάθε μέλος της κοινωνίας εσωτερικεύει αυτά τα βιώματα και αυτές τις πεποιθήσεις, συνθέτοντας έτσι μιαν αυτοσυνείδηση, ένα είδος ατομικής ταυτότητας. Είναι τέλος, ο τρόπος που κοινά βιώματα και πεποιθήσεις εξωτερικεύονται από τους ανθρώπους, με την μορφή κοινών εκφράσεων και κοινών λόγων. Αυτά τα κοινά στοιχεία, όλα μαζί, δένουν τους ανθρώπους με δεσμούς κοινούς, συλλογικούς. Και από αυτά τα κοινά στοιχεία, τα σημαντικότερα στρέφονται γύρω από την θρησκεία, την γλώσσα, το τόπο καταγωγής –είτε χωριό είναι  είτε πόλη είτε νησί είτε μια χώρα ολόκληρη- και το κοινό ιστορικό παρελθόν, έτσι όπως τα μέλη της συγκεκριμένης κοινωνίας το προσλαμβάνουν, το ορίζουν και το φαντάζονται σε κάθε ιστορική εποχή. Όμως τα «ψυχικά θεμέλια της συλλογικής ταυτότητας των ελληνικών κοινωνιών –και εν συνεχεία του ελληνικού εθνικισμού- είχαν ιδιαίτερη δύναμη. Δεν ήταν μια οποιαδήποτε θρησκεία, μια οποιαδήποτε γλώσσα, ένα οποιοδήποτε ιστορικό παρελθόν, ένας τυχαίος τόπος. Ήταν η κρατούσα θρησκεία, η υποδειγματική γλώσσα και το ιστορικό παρελθόν του κυρίαρχου πολιτισμού της εποχής –του ευρωπαϊκού και δυτικού πολιτισμού. Και ο τόπος καταγωγής των Ελλήνων δεν ήταν τυχαίος. Ήταν ένας τόπος ωραίος, φωτεινός και συμφιλιωτικός με την ζωή, έτσι ώστε οι ελληνικές χώρες, ως τόπος αναφοράς, ως γενικότερο σύμβολο καταγωγής, να είναι πηγή θαυμασμού για τον ξένο, για τον «Έτερο», και υπερηφάνειας για τον «Εαυτό», για τον Έλληνα –έστω και αν αυτονομαζόταν «ρωμηός» ή «γραικός».

Γ.Β.Δερτιλής
«Ιστορία του Ελληνικού Κράτους, 1830-1920» Β΄ τόμος

Τρίτη 22 Φεβρουαρίου 2011

Η ΑΠΟΚΡΥΦΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ 1

ΕΘΝΟΣ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑ


Νικολάου Γύζη: Ιστορία

Η Ιστορία δεν έχει δικό της τέλος. Έχει το ίδιο και ταυτόχρονο τέλος με τον ανθρώπινο λόγο, δηλαδή με τον ίδιο τον άνθρωπο.

Ο γραπτός λόγος δεν αποτελεί από μόνος του «Ιστορική Μνήμη». Η καταγραφή της Ιστορίας όμως από τους μάρτυρές της, με πρότυπο τον Θουκυδίδη, αποτελεί τη βασική αποθήκη της Ιστορικής μνήμης.

Η αρχή της Ιστορίας, ανάγεται στους Μυθικούς χρόνους. Στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν «μυθικοί χρόνοι», παρά μόνο εξιστόρηση γεγονότων ή φαινομένων σε μυθική μορφή έκφρασης. Η αρχή της Ιστορίας ανάγεται στην αρχή της ανθρώπινης δράσης.

Η Ιστορία δε μπορεί να μελετηθεί με μαθηματικές εξισώσεις, ούτε με αποκομμένες από το γενικό πλαίσιο παρατηρήσεις και επισημάνσεις, ούτε με τις προδιαγραφές ή τις λογοκρισίες των πολιτικών ή άλλων σκοπιμοτήτων, και φυσικά ούτε με δογματικά εργαλεία –οποιασδήποτε ιδεολογίας.

Δε μπορείς δηλαδή να εξετάσεις την Ιστορία παρελθόντων αιώνων, με εργαλείο π.χ. τον Ιστορικό Υλισμό, όταν αυτό το «εργαλείο» χρησιμεύει κυρίως για τον 20ό αιώνα και τη Βιομηχανική «επανάσταση», και μάλιστα όχι μόνο του. Αυτό δε σημαίνει ότι τα εργαλεία αυτά δεν είναι εν μέρει χρήσιμα για την διεύρυνση της ιστορικής επιστημονικής σκέψης για τις παλαιότερες εποχές. Στο κάτω-κάτω την ταξική κοινωνία και την υπεραξία δεν τα εφηύρε ο Καρλ Μαρξ, αλλά προϋπήρχαν ως κοινωνικά και οικονομικά φαινόμενα πολύ πριν τον φιλόσοφο.

Τα μεγάλα ιστορικά γεγονότα (πόλεμοι, επαναστάσεις, μεγάλες ανατροπές) έχουν άμεση σχέση αλληλεπίδρασης με τις πολιτικές και διπλωματικές επιδιώξεις και ίντριγκες των εκάστοτε «Μεγάλων Δυνάμεων», και τις γεωστρατηγικές «σφαίρες επιρροής» τους. Συνδέονται όμως και με τις κοινωνικές συγκρούσεις, και την κατά καιρούς ταξική, φυλετική, θρησκευτική, οικονομική, εθνική και ιδεολογική πάλη ή διαμάχη.

Κατά τους τρεις τελευταίους τουλάχιστον αιώνες (18ο, 19ο και 20ο αιώνα), τους αιώνες δηλαδή του Διαφωτισμού και της ατομικής, εθνικής και ταξικής συνείδησης, στη διάρκεια των μεγάλων ιστορικών γεγονότων, η σημασία των κοινωνικών διαφορών δεν υποχωρεί μεν, αλλά οι λαοί εμφανίζονται (στις περισσότερες περιπτώσεις) να είναι ταυτισμένοι με τις «ηγεσίες» τους, και συμμετέχουν σ’ αυτά με «εθνική» κατ’ουσίαν ομοψυχία.

Ακόμα κι όταν πρόκειται για την προλεταριακή επανάσταση του 1917.

Αυτή η έννοια της «εθνικής» συνείδησης, ή αξιοπρέπειας, ή φρονήματος ή ό,τι άλλο, υπέστη κατά καιρούς πολλούς ορισμούς και αναλύσεις, από τη φυλετική ως τη θρησκευτική αναγωγή, ή σε σχέση με τη γλωσσική και πολιτιστική ταυτότητα, ακόμα και με την έννοια της κλειστής και δογματικής κοινότητας. Απ’ αυτό φαίνεται πόσο άπιαστη και φευγαλέα είναι ως ιδέα ή ως νοητική σύλληψη αυτή η έννοια, που ταλάνισε και τους Έλληνες, τόσο στις προεπαναστατικές διακηρύξεις όσο και στην πρώτη άρθρωση των επαναστατικών συνταγμάτων μετά το 1821. Πάντως μπορούμε απερίφραστα να πούμε πως αυτή η έννοια της εθνικής συνείδησης ήταν πάντα μεγαλύτερη από την εδαφική έκταση των  Εθνών-κρατών.

Ernest Renan

Το 1882, ο Γάλλος φιλόσοφος και πολιτικός Ernest Renan (18231892), σε διάλεξή του στη Σορβόννη με τίτλο «Τι είναι ένα έθνος;» προτείνει έναν νέο (τον δικό του) ορισμό.

ΜΕΓΑΛΗΣ ΚΛΙΜΑΚΑΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ

Όπως οι Γάλλοι επαναστάτες (λέει ο Renan) πίστευαν ότι μπορούν να μεταφέρουν τους θεσμούς των αρχαίων πόλεων, όπως η Σπάρτη και η Ρώμη, στα σύγχρονα κράτη των εκατομμυρίων πολιτών, έτσι και οι σύγχρονοι διανοητές συγχέουν τη φυλή με το έθνος και/ή απονέμουν σε μεγάλες εθνογραφικές ή γλωσσολογικές ενότητες μιαν κυριαρχία, πραγματικά υπαρχόντων λαών.

Ο Renan εισάγει μιαν ιστορική-ψυχολογική διάσταση της έννοιας του έθνους σε μια συζήτηση που, έκτοτε, θα αποκτήσει μιαν απίστευτη επικαιρότητα και ένα φανατικό κοινό και θα είναι από τους πρώτους που θα συνδέσουν την έννοια του έθνους και του εθνικισμού με τη σύγχρονη πολιτική επιστήμη.
(…)
O Ernest Renan θέτει τον προσδιορισμό του Έθνους ως ψυχής, ως πνευματικού αξιώματος. Δύο είναι τα βασικά στοιχεία αυτής της συγκρότησης. Πρώτον, η κοινή κατοχή μιας πλούσιας κληρονομιάς από αναμνήσεις και δεύτερον, η θέληση για κοινή συμβίωση κάτω από τις αξίες μιας αδιαίρετης κληρονομιάς. Μιας κληρονομιάς που εμφανίζεται ως η μόνη απόλυτα νομιμοποιημένη, η δημιουργός αιτία μιας σημερινής πραγματικότητας που εδραιώνεται σ’ ένα κοινωνικό κεφάλαιο (ενός ηρωικού παρελθόντος) που συγκροτεί την εθνική ιδέα. Μια ιδέα που συγκεκριμενοποιείται ως «μεγάλης-κλίμακας αλληλεγγύη».

Πασχάλης Κιτρομηλίδης

Αυτή η «μεγάλης κλίμακας αλληλεγγύη», (ή και μικρής θα λέγαμε εμείς), όταν οι κοινωνικές αδικίες από τη μεριά του Κράτους έχουν καταπιεστικό χαρακτήρα, εκδηλώνεται μ’ έναν τρόπο που δε μπορεί να διατυπωθεί με νόμους. Η αναγωγή της βρίσκεται στο άγραφο (ή εθιμικό) δίκαιο, και στη μυθολογία –με την ετυμολογική έννοια του όρου, αφού πηγάζει από τις κοινότητες  που προϋπήρχαν του Κράτους και του Έθνους.

Ο Renan διακηρύσσει πως το έθνος ορίζεται από την επιθυμία ενός λαού να ζήσει μαζί, και κορυφώνει το σκεπτικό του με τη φράση «να έχουν δημιουργήσει μεγάλα πράγματα μαζί, και να θέλουν να δημιουργήσουν ακόμα».

ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΕΘΝΟΣ;

Ο άνθρωπος δεν είναι σκλάβος ούτε της φυλής του, ούτε της γλώσσας του, ούτε της θρησκείας του, ούτε της ροής των ποταμών, ούτε της κατεύθυνσης των οροσειρών. Μία μεγάλη συνάθροιση ανθρώπων, που είναι υγιείς στο πνεύμα και με ζεστή καρδιά, δημιουργεί μιαν ηθική συνείδηση που ονομάζεται έθνος. Όσο αυτή η ηθική συνείδηση αποδεικνύει τη δύναμή της με τις θυσίες που απαιτεί η παραίτηση του ατόμου εις όφελος της κοινότητας, είναι νόμιμη, έχει το δικαίωμα να υπάρχει.

Ernest Renan

Η αντίληψη της οργανωμένης κοινωνίας ως προς την «πνευματική υγεία» των πολιτών, και για ν’ απαλλάξομε τον Ρενάν από τυχόν ρατσιστικές ερμηνείες, θα παραφράσομε εδώ τη φράση του «υγιείς στο πνεύμα» με τη φράση «μ’ ελεύθερο πνεύμα».

Ας πούμε εδώ πως ο Ernest Renan είναι εκείνη την εποχή πεθερός του Γιάννη Ψυχάρη, που ζει στο Παρίσι, και ετοιμάζεται να «κατέβει» στον φιλολογικό στίβο των Ελλήνων.